- αρραβωνιαστικιά
- ηVerlobte f
Griechisch-Deutsch-Wörterbuch. 2013.
Griechisch-Deutsch-Wörterbuch. 2013.
Alki Zei — (Greek: Άλκη Ζέη) (born 1925, Athens, Greece) is a Greek novelist and children s author. She studied in the philosophy school of Athens University, the Drama School of the Athens Odeion, and in the screenwriting department of the Moscow Cinema… … Wikipedia
Zyranna Zateli — Infobox Writer name = Zyranna Zateli Ζυράννα Ζατέλη imagesize = caption = pseudonym = birthdate = 1951 birthplace = deathdate = deathplace = occupation = novelist nationality = Greek period = 1984 ndash; genre = subject = movement = debut works … Wikipedia
Зеи, Алки — Алки Зеи греч. Άλκη Ζέη, Афины 1925) современная греческая детская писательница. Биография Алки Зеи родилась в Афинах в 1925 году. Её отец был родом с острова Крит, мать родом с острова Самос.Зеи прожила свои детские годы на… … Википедия
εδνωτή — ἑδνωτή, η (Α) μνηστή, αρραβωνιαστικιά … Dictionary of Greek
καλός — Ονομασία δύο οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 410 μ., 101 κάτ.) στην πρώην επαρχία Τεμένους του νομού Ηρακλείου. Βρίσκεται στο δυτικό τμήμα του νομού, 27 χλμ. ΝΔ της πόλης του Ηρακλείου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Τεμένους. 2.… … Dictionary of Greek
κινηματογράφος — Μέσο έκφρασης και παρουσίασης, το οποίο χρησιμοποιεί την τεχνική της αποτύπωσης ακίνητων εικόνων σε φιλμ και της προβολής τους σε οθόνη, μέσω τεχνικών διαδικασιών, οι οποίες δημιουργούν την ψευδαίσθηση της κίνησης. Τα κύριαφαινόμενα που συντελούν … Dictionary of Greek
μνήστειρα — και δωρ. τ. μνάστειρα, ἡ (Α) 1. γυναίκα την οποία ζητά κάποιος σε γάμο, αρραβωνιαστικιά, μνηστή 2. ως επίθ. αυτή που διατηρεί την ανάμνηση γεγονότος ή πράγματος. [ΕΤΥΜΟΛ. Θηλ. τού μνηστήρ < θ. μνησ (πρβλ. ἔ μνησ α, αόρ. τού μνῶμαι*) + επίθημα… … Dictionary of Greek
μνηστή — η (ΑΜ μνηστή) αυτή που έχει δεσμευτεί με κάποιον με αμοιβαία υπόσχεση γάμου, αρραβωνιαστικιά μσν. αρχ. θηλ. τού μνηστός. [ΕΤΥΜΟΛ. Ουσιαστικοποιημένος τ. τού θηλ. τού επιθ. μνηστός] … Dictionary of Greek
μνηστός — μνηστός, ή, όν (ΑΜ, Μ θηλ. και μνήστη) 1. αυτός που έχει μνηστευθεί 2. αυτός που είναι νόμιμα παντρεμένος μσν. 1. το αρσ. ως ουσ. ὁ μνηστός μνηστήρας, αρραβωνιαστικός 2. το θηλ. ως ουσ. ἡ μνηστή και μνήστη αρραβωνιαστικιά αρχ. αυτός που αξίζει να … Dictionary of Greek
νύφη — και νύμφη, η (ΑΜ νύμφη, Α δωρ. τ. νύμφα Μ και νύφη) 1. γυναίκα που τελεί ή τέλεσε πρόσφατα τους γάμους της, νιόπαντρη 2. η σύζυγος τού γιου σε σχέση με τους γονείς του («διχάσαι νύμφην κατά τής πενθερᾱς αὐτής», ΚΔ) 3. η σύζυγος ενός από τους… … Dictionary of Greek
παρθένος — (Αστρον.). Αστερισμός του ζωδιακού κύκλου, στον οποίο ο Ήλιος παραμένει από τις 24 Αυγούστου μέχρι τις 22 Σεπτεμβρίου, ενώ ακόμα βρίσκεται στο ζώδιο του Ζυγού. Ο αστερισμός της Π. επεκτείνεται και προς τις δύο πλευρές του ουράνιου ισημερινού. Στο … Dictionary of Greek